17 Ιανουαρίου 2000: Πτήση χωρίς επιστροφή για ένα F-4 Phantom

Μαχητικό αεροσκάφος τύπου F-4 Phantom συντρίβεται κατά την διεξαγωγή ασκήσεως στο στενό μεταξύ Διστόμου και Ξεροβουνίου στον Παρνασσό, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους ο Σμηναγός Ευστράτιος Γκόλιας 31 ετών και ο υποσμηναγός Νικόλαος Νέζης 30 ετών.
Σε πτήση χωρίς επιστροφή εξελίχθηκε το πρωί στις 17 Ιανουαρίου 2000 μια πτήση ρουτίνας ενός μαχητικού αεροσκάφους τύπου «F-4» («Φάντομ») από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ανδραβίδας με κατεύθυνση το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Σκύρου, όπου θα αναλάμβανε 48ωρη αποστολή επιφυλακής στο Αιγαίο, παρασύροντας μαζί του το διμελές πλήρωμά του. Αγνοούμενοι ο κυβερνήτης του μαχητικού σμηναγός Ευστράτιος Γκόλιας, 31 ετών και ο συγκυβερνήτης υποσμηναγός Νικόλαος Νέζης, 30 ετών.

Οι έρευνες που πραγματοποιούνταν σε όλη τη διάρκεια της ημέρας σε ξηρά και θάλασσα δεν απέδωσαν κανένα αποτέλεσμα για τον εντοπισμό του σημείου συντριβής του αεροσκάφους και των δύο πιλότων. Παρότι οι έρευνες εκτείνονταν σε όλο το μήκος της πιθανής διαδρομής του αεροσκάφους, από μια ώρα και μετά επικεντρώθηκαν στον ορεινό όγκο του Παρνασσού και κυρίως στις πλαγιές που βλέπουν προς τον Κορινθιακό Κόλπο.
Το μοιραίο αεροσκάφος πετούσε σε ζεύγος μαζί με ένα ακόμα του ίδιου τύπου και αυτό ήταν το δεύτερο. Στις 9.30 το πρωί απογειώθηκαν από το αεροδρόμιο της Ανδραβίδας και πετώντας σε χαμηλό ύψος, κατευθύνθηκαν βορειοανατολικά προς τον Κορινθιακό Κόλπο. Δύο λεπτά μετά την απογείωση το σύστημα ραντάρ της Πολιτικής Αεροπορίας «Παλλάς» εντόπισε τα δύο μαχητικά να πετάνε σε ύψος περίπου 100 μέτρων πάνω από τη θάλασσα στον Κορινθιακό κόλπο με κατεύθυνση την απέναντι ακτή της Στερεάς Ελλάδας.

Από κει και πέρα είναι άγνωστο τι έγινε και ακολούθησαν οι εικασίες, αφού με την είσοδο των αεροσκαφών στο εναέριο χώρο πάνω από τη Στερεά Ελλάδα και λόγω της χαμηλής πτήσης, τα επίγεια ραντάρ που παρακολουθούσαν την εναέρια κυκλοφορία, δεν μπορούν να παρακολουθούν συνεχώς το στίγμα των αεροσκαφών λόγω των πτυχώσεων του εδάφους. Ετσι το μεν πρώτο μαχητικό συνέχισε την πορεία του το δε δεύτερο σταμάτησε να δίνει οποιοδήποτε σημείο ζωής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις οι οποίες υπήρχαν, το αεροσκάφος είχε συντριβή στις πλαγιές του Παρνασσού στην προσπάθειά του να πάρει ύψος για να περάσει με ασφάλεια πάνω από τον ορεινό όγκο. Στο σημείο αυτό, είτε εκδηλώθηκε μηχανική βλάβη με αποτέλεσμα το κράτημα του κινητήρα, την απώλεια ύψους και τη συντριβή, είτε από λάθος εκτίμηση των χειριστών με την πυκνή και χαμηλή νέφωση προσέκρουσε αιφνιδιαστικά στο βουνό, οπότε και οι χειριστές δεν είχαν περιθώριο για καμία αντίδραση. Όπως επισήμαναν αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας, ένα τέτοιο μοιραίο λάθος θεωρούνταν πολύ πιθανό, επειδή λόγω των πολύ υψηλών ταχυτήτων οι χειριστές εμπιστεύονται περισσότερο στην ευελιξία που τους παρέχει η πείρα τους παρά στα όργανα και στο ραντάρ του αεροσκάφους. Εξάλλου, στο ραντάρ ακόμα και η πυκνή νέφωση μπορεί να εμφανίζεται σαν ορεινός όγκος.
Για την αναζήτηση του αεροσκάφους ξεκίνησε αμέσως μετά την εξαφάνιση του ίχνους του μια τεράστια επιχείρηση με τη συμμετοχή ελικοπτέρων της Αεροπορίας και του Ναυτικού, μεταγωγικών «C-130» αλλά και χερσαίων δυνάμεων, κυρίως δυνάμεις πεζοναυτών στην περιοχή του Παρνασσού.