Η Κύπρος μπορεί να αποκτήσει την δική της Πολεμική Αεροπορία…

Η άρση του εμπάργκο πώλησης αμερικανικών όπλων στην Κύπρο, ευκαιρία εκσυγχρονισμού των F-16C/D Block 30. Θα την εκμεταλλευτεί η άμυνα των δύο χωρών του Ελληνισμού; Δεν είναι η πρώτη φορά που το DP αναφέρεται στο ζήτημα αυτό και ενδεχομένως να μην είναι και η τελευταία. Μένει να αποδειχθεί στην πράξη επίσης, το ως θα λειτουργήσει η άρση του αμερικανικού εμπάργκο, ένα θέμα που τέθηκε σε ενδιαφέρουσα ανάλυση του φιλικού μας SLpress. Παραμένει όμως ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματική ενίσχυση της άμυνας της Κύπρου και της Ελλάδας στην ανατολική Μεσόγειο.
Ας ξεκινήσουμε με το σύνηθες ερώτημα: Μπορεί η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει Αεροπορία; Εξοπλισμένη είτε με γαλλικής ή αμερικανικής κατασκευής μαχητικά; Η απάντηση είναι σύνθετη γιατί μία τέτοια προσπάθεια επηρεάζουν πολλές παράμετροι. Μπορεί όμως να συμπυκνωθεί στην ακόλουθη φράση: Αυτόνομα όχι, με τη συνδρομή της Ελλάδας, ναι.
Έχουμε επιχειρηματολογήσει σε πολλά αφιερώματα του DP, ότι η δημιουργία Αεροπορίας από την Κυπριακή Δημοκρατία είναι μία εξόχως δαπανηρή υπόθεση, τέτοια που η οικονομία της δεν μπορεί να εξυπηρετήσει σε βάθος χρόνου. Γιατί δεν είναι μόνο η αγορά μίας ή δύο Μοιρών μαχητικών που έχει πολύ μεγάλο κόστος. Είναι και η δημιουργία και η μακροπρόθεσμη λειτουργία υποδομών συντήρησης και υποστήριξης, οι εκπαιδεύσεις προσωπικού καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχειρησιακής ζωής ενός τύπου μαχητικού, η συντήρηση εγκαταστάσεων φύλαξης και συντήρησης και πολλά άλλα.
Αυτά τα “πολλά άλλα” είναι που δεν επιτρέπουν σε μία μικρή νησιωτική χώρα, με το δεδομένο μέγεθος στην οικονομία της, τη συγκρότηση Αεροπορικής δύναμης με μαχητικά αεροπλάνα. Όποιος σκεφτεί την Ταϊβάν ως αντεπιχείρημα, ας ελέγξει τα στοιχεία στις δυο παραπάνω παραμέτρους, το ΑΕΠ, ακόμα και τα βασικά μεγέθη πληθυσμού και έκτασης. Είναι εξόχως αποκαλυπτικά.
Για να αποκτήσουμε μία εικόνα του μεγέθους της επένδυσης που απαιτείται, αρκεί να αναφέρουμε ότι για την αγορά 36 μαχητικών τύπου JAS-39E/F Gripen NG, η Βραζιλία θα δαπανήσει περισσότερα από πέντε δισ. δολάρια. Δηλαδή, χονδρικά, το 20% του κυπριακού ΑΕΠ, μόνο για την απόκτηση… Σε αυτό το ποσό περιλαμβάνεται και η υποστήριξη μαζί με τις εκπαιδεύσεις προσωπικού, για μεγάλο χρονικό διάστημα (αναφέρονται 30 έτη!) καθώς και η αγορά αερομεταφερόμενων όπλων. Πρόκειται για εξαιρετικά οικονομικό πακέτο μεν, αλλά απρόσιτο για την Κυπριακή Δημοκρατία. Επιλέξαμε το παράδειγμα του σουηδικού μαχητικού γιατί όντως πρόκειται για μία ικανότατη και γενικώς οικονομική πλατφόρμα.
Επίσης, με πλήρεις δυνατότητες σε όλους τους ρόλους, συνδυασμένες με το χαμηλότερο κόστος αγοράς και υποστήριξης, συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο μαχητικό παγκοσμίως. Και αυτό είναι κάτι που -επίσημα τουλάχιστον- κανένας κατασκευαστής μαχητικών δεν έχει αμφισβητήσει. Αυτόνομη Κυπριακή Αεροπορία συνεπώς δεν μπορεί να συγκροτηθεί, ή είναι πολύ δύσκολο αν γίνει αυτό, να διατηρηθεί αξιόμαχη. Αντιθέτως, κυπριακή Αεροπορία μπορεί να υπάρξει “εντός” της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας.